Δυο ιστορίσεις Στρατιωτών στο παλάτι των Σφόρτσα και Γκονζάγκα
Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
Η Μάντουα, ή Μάντοβα, είναι πόλη της Λομβαρδίας. Βρίσκεται στη μέση περίπου της διαδρομής από το Μιλάνο στη Βενετία και στις όχθες τριών τεχνιτών λιμνών που φτιάχτηκαν τον 12ο αιώνα, σε καιρούς βυζαντινούς, αξιοποιώντας τα ύδατα του ποταμού Μίτσιο, ο οποίος πηγάζει από τη φυσική και ξακουστή λίμνη Γκάρντα και σμίγει με τον φημισμένο Πάδο, λίγο πριν τις ακτές της Αδριατικής.
Κυβερνήτες της Μάντουας επί τετρακόσια χρόνια ήταν οι άνδρες του οίκου των Γκονζάγκα. Πιο σημαντικός απ' όλους ο Φραγκίσκος Β'. Γεννήθηκε 10 Αυγούστου 1466 και πέθανε από την "γαλλική ασθένεια", τη σύφιλη, το 1519 στις 29 Μαρτίου. Κυβέρνησε τη Μάντουα από το 1484 μέχρι τον θάνατό του, επί τριάντα πέντε χρόνια. Στις περιόδους της απουσίας του στον πόλεμο αλλά και της πολύμηνης αιχμαλωσίας του από τους Βενετούς, την πόλη κυβερνούσε η γυναίκα του, Ισαβέλλα ντ' Έστε.
Η Ισαβέλλα ντ' Έστε ήταν αδελφή της Βεατρίκης. Επίσημης και νόμιμης γυναίκας του "Μόρο", του "Σαρακινού", που τότε κυβερνούσε το Μιλάνο. Ο Λουδοβίκος (1452-1508), της γενιάς των Σφόρτσα, είχε πάρει το παρατσούκλι "Μόρος" επειδή ήταν σκουρόχρωμος, σαν Σαρακινός. Καλός φίλος, προστάτης και θαυμαστής του Λεονάρντο ντα Βίντσι, ο οποίος υπηρέτησε επί σειρά ετών στην Αυλή του.
Ο Φραγκίσκος Β', είναι σημαντικός όχι γιατί υπήρξε σύγγαμβρος, μπατζανάκης δηλ., του Σφόρτσα και εραστής της Λουκρητίας Βοργία, αλλά γιατί συνδέεται με όλους τους πολέμους της εποχής εκείνης στην Ιταλική χερσόνησο, καθώς επίσης και με την καλλιτεχνική ακμή της πόλης του, ως προστάτης των τεχνών, αν και η δουλειά του ήταν ο πόλεμος και ο ίδιος υπήρξε ικανότατος διοικητής και πολεμιστής. Εμείς τον συναντάμε στο δρόμο μας καθώς μελετάμε την ιστορία των Παράξενων Φτωχών Στρατιωτών και συγκεκριμένα τον Μερκούριο Μπούα, του οποίου υπήρξε συμμαχητής και φίλος.
Εκεί κοντά στην Μάντουα, προ το Μιλάνο καμιά τριανταριά χιλιόμετρα, ήταν και είναι μέχρι σήμερα, το Σαν Μαρτίνο Γκουσνάγκο. Στο σημείο στο οποίο σήμερα υπάρχει το Παλάτσο Παστόρε (19ος αιώνας), τότε, βρισκόταν ένα άλλο παλάτσο όπου συναντιόνταν οι οικογένειες των Σφόρτσα και των Γκονζάγκα.
Σε ένα γράμμα της Βεατρίκης Σφόρτσα στην Ισαβέλλα Γκονζάγκα (τέλη του 1496), το οποίο παραθέτει ο Ντιμίτρι Μερεσκόφσκυ στο ιστορικό του μυθιστόρημα Λεονάρντο ντα Βίντσι (εκδ. Καραβία-1955), γίνεται αναφορά στις ευχάριστες αυτές συναντήσεις:
«Θυμάστε, μικρή μου αδελφή, πώς καλπάζαμε μαζί; Και την ντονζέλλα Πενθεσίλεια πού' πέσε σ' ένα χαντάκι και παρά λίγο να μείνει στον τόπο; Και το κυνήγι του αγριόχοιρου στο Κουσνάγκο; Και το παιχνίδι της μπάλας; Το ψάρεμα;... Τι ευτυχισμένη εποχή που ήταν τότε!»
Λίγο πιο κάτω, ο ίδιος συγγραφέας, αναφέρει ότι, στη Βεατρίκη άρεσε το ψάρεμα στο Γκουσνάγκο και μια φορά που η ψαριά ήταν καλή, « στην όχθη της μεγάλης λίμνης του Κουσνάγκο, στο αγαπημένο της κτήμα», ανασήκωσε τα μανίκια και ξαναρίχνε τα ψάρια στο νερό «γελώντας και θαυμάζοντας τη χαρά των ελευθερωμένων αιχμαλώτων και το φευγαλέο λαμπύρισμα των λεπιών τους στο διάφανο νερό».
Εκεί, λοιπόν, στο κτήμα το Σαν Μαρτίνο Γκουσνάγκο, εκείνες ακριβώς τις χρονιές στο τέλος του Κουατροτσέντο, φιλοτεχνούνται μια σειρά πορτρέτα, 45cm Χ 45cm, τέμπερα σε ξύλο, από άγνωστο καλλιτέχνη της Λομβαρδικής σχολής.
Λαμβάνουν θέση σε μια αίθουσα από τις πολλές του παλάτσο, ψηλά, ένα γύρω στην οροφή.
Ο ακριβής αριθμός τους είναι άγνωστος. Σώθηκαν καμιά σαρανταριά, όταν στις αρχές του 20ου αιώνα (1905) εμφανίστηκαν στην αγορά. Προφανώς, με την κατεδάφιση του παλαιού παλατιού και την οικοδόμηση του Παλάτσο Παστόρε, παρέμειναν σε κάποια αποθήκη μέχρι να αποφασίσει ο κάτοχος να τα εκποιήσει.
Σήμερα είναι γνωστά ως "πορτρέτα της Μάντουας" και βρίσκονται διάσπαρτα σε μουσεία, γκαλερί, και ιδιωτικές συλλογές. Τα είκοσι απ' αυτά βρίσκονται στο Λονδίνο και στις ΗΠΑ.
Στην ημετέρα μετριότητα παραμένει άγνωστη η καλλιτεχνική αξία των Πορτρέτων, όπως και οι ταυτότητες των προσώπων που εικονίζονται. Η δουλειά αυτή ξεπερνάει το δικό μου ερευνητικό πεδίο και την παρούσα ιστορική παρουσίαση. Περιμένει και ελπίζει τη συμβολή των ιστορικών της τέχνης και των καλλιτεχνών.
Από τη δουλειά αυτή, όταν και όποτε προκύψει, θα μπορέσουμε ίσως να υπολογίσουμε και τις ταυτότητες των δύο Στρατιωτών που εικονίζονται στα διασωθέντα πορτρέτα.
Ότι πρόκειται για Στρατιώτες είναι αδιαμφισβήτητο. Και τα στοιχεία που το τεκμηριώνουν είναι: α) τα καλύμματα της κεφαλής, ήτοι το ψηλό καπέλο και ο εσωτερικός κεφαλόδεσμος και β) οι χειρίδες, τα μανίκια που κρέμονται από τους ώμους. Αν και η ενδυμασία τους είναι η επίσημη και όχι η πολεμική τους εξάρτυση, διατηρεί, προς το πολυτελές, τα δύο πιο βασικά χαρακτηριστικά της και ιδιαίτερα το καπέλο που παραμένει διακριτικό των Στρατιωτών για δύο και πλέον αιώνες ενώ θα λάβει τη θέση του, ως μέρος της ανδρικής ενδυμασίας, μόλις στις αρχές του 18ου αιώνα.
Ποιοι είναι αυτοί οι Παράξενοι Φτωχοί Στρατιώτες, οι οποίοι τόσο νωρίς, μόλις λίγα χρόνια μετά την εμφάνισή τους στην ιταλική χερσόνησο, ανυψώνονται ως το σημείο εκείνο ώστε να απαθανατίζονται και να λαμβάνουν θέση στο παλάτι και στις καθημερινές στιγμές των δύο εκ των σημαντικοτέρων οικογενειών της εποχής;
Ποια είναι τα κατορθώματά τους και οι ανδραγαθίες τους ώστε να σπάνε τις "σιδερένιες" προκαταλήψεις της εξ αίματος αριστοκρατίας της εποχής εκείνης και να γίνονται ισότιμοι με βασιλείς, δούκες, καρδιναλίους και μαρκησίους;
Στην ημετέρα μετριότητα παραμένει άγνωστη η καλλιτεχνική αξία των Πορτρέτων, όπως και οι ταυτότητες των προσώπων που εικονίζονται. Η δουλειά αυτή ξεπερνάει το δικό μου ερευνητικό πεδίο και την παρούσα ιστορική παρουσίαση. Περιμένει και ελπίζει τη συμβολή των ιστορικών της τέχνης και των καλλιτεχνών.
Από τη δουλειά αυτή, όταν και όποτε προκύψει, θα μπορέσουμε ίσως να υπολογίσουμε και τις ταυτότητες των δύο Στρατιωτών που εικονίζονται στα διασωθέντα πορτρέτα.
Ότι πρόκειται για Στρατιώτες είναι αδιαμφισβήτητο. Και τα στοιχεία που το τεκμηριώνουν είναι: α) τα καλύμματα της κεφαλής, ήτοι το ψηλό καπέλο και ο εσωτερικός κεφαλόδεσμος και β) οι χειρίδες, τα μανίκια που κρέμονται από τους ώμους. Αν και η ενδυμασία τους είναι η επίσημη και όχι η πολεμική τους εξάρτυση, διατηρεί, προς το πολυτελές, τα δύο πιο βασικά χαρακτηριστικά της και ιδιαίτερα το καπέλο που παραμένει διακριτικό των Στρατιωτών για δύο και πλέον αιώνες ενώ θα λάβει τη θέση του, ως μέρος της ανδρικής ενδυμασίας, μόλις στις αρχές του 18ου αιώνα.
Ποιοι είναι αυτοί οι Παράξενοι Φτωχοί Στρατιώτες, οι οποίοι τόσο νωρίς, μόλις λίγα χρόνια μετά την εμφάνισή τους στην ιταλική χερσόνησο, ανυψώνονται ως το σημείο εκείνο ώστε να απαθανατίζονται και να λαμβάνουν θέση στο παλάτι και στις καθημερινές στιγμές των δύο εκ των σημαντικοτέρων οικογενειών της εποχής;
Ποια είναι τα κατορθώματά τους και οι ανδραγαθίες τους ώστε να σπάνε τις "σιδερένιες" προκαταλήψεις της εξ αίματος αριστοκρατίας της εποχής εκείνης και να γίνονται ισότιμοι με βασιλείς, δούκες, καρδιναλίους και μαρκησίους;
Προφίλ και μπούστος Στρατιώτη. Μεταξύ 1477-1491. Μάντουα της Ιταλίας. Άγνωστου ζωγράφου. Σήμερα βρίσκεται στο Λονδίνο http:// |
|